Πέμπτη 11 Ιανουαρίου 2018

ΤΟ ΕΡΩΤΙΚΟ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ ΣΤΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ



ΤΟ ΕΡΩΤΙΚΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Να βρείτε φράσεις που έχουν ειπωθεί για τον έρωτα από λογοτεχνικά κείμενα που διδαχτήκατε και να τις καταγράψετε.

  Μελετώντας το ποίημα της Μαρίας Πολυδούρη, ‘Γιατί μ αγάπησες’ διακρίνουμε πως είναι ένα ποίημα γραμμένο με βασικό του στοιχείο τον έρωτα, τον οποίο και μας τον παρουσιάζει με διάφορες παρομοιώσεις και εκφράσεις. Το ποίημα ξεκινάει με την φράση « δεν τραγουδώ παρά γιατί μ αγάπησες στα περασμένα χρόνια» και ολοκληρώνει την πρώτη στροφή του ποιήματος με την ίδια σχεδόν φράση,« δεν τραγουδώ γιατί μ αγάπησες». Στην δεύτερη στροφή, συνεχίζει να μιλάει εμφατικά για τον έρωτα ξεκινώντας τον πρώτο στίχο με την φράση «μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα» και κλείνει ξανά με τον ίδιο τρόπο, όπως και στην πρώτη στροφή. Δηλαδή υπάρχει μία επανάληψη ενός στίχου, «μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου».Στην τρίτη στροφή, η ποιήτρια συνεχίζει με το ίδιο μοτίβο, και για μας τονίζει με την ερωτική έκφρασή της μας λέει πως «μόνο γιατί τα μάτια σου με κοίταξαν με την ψυχή στο βλέμμα» και κλείνει με την έκφραση «μόνο γιατί μ αγάπησες». Στην τέταρτη και πέμπτη στροφή, η ποιήτρια προσπαθεί να δικαιολογήσει τον έρωτα που νιώθει με κάποιες ενέργειες που έκανε ‘εκείνος’ δείχνοντας της το ενδιαφέρον του για αυτήν. Λέει πως την καμάρωνε («μόνο γιατί όπως πέρναγα με καμάρωσες») και πως της φώναξε δισταχτικά και της άπλωσε το χέρι του («γιατί δισταχτικά σα να με φώναξες και μου άπλωσες τα χέρια»). Στην έβδομη στροφή γίνεται το αποκορύφωμα με την φράση «μόνο γιατί μ αγάπησες γεννήθηκα». Αυτό δηλώνει ότι η ζωή της χωρίς αυτόν είναι άδεια και δεν έχει κανένα νόημα.
  Με βάση τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι η Μαρία Πολυδούρη, βασίζει το ποίημα της στον έρωτα και σε αυτά που προκαλεί. Ο έρωτας με βάση την σκέψη της συγγραφέως παρουσιάζεται ως δύναμη εξοικείωσης απέναντι στον θάνατο.
  Περνώντας σε ένα δεύτερο ποίημα, του Ιωάννη Βηλαρά, το «σαν πεταλούδα στην φωτιά» ο ποιητής αναφέρει τον έρωτα με ιδιαίτερο τρόπο. Στην αρχή του ποιήματος, με τα λόγια του ο ποιητής μας δείχνει το πόσο δύσκολο του είναι, να είναι μακριά της («δεν μπορώ στιγμή από σιμά σου») και πως βλέπει μέσα στα μάτια της τον έρωτα («στα δυο σου μάτια, τα γλυκά ο έρωτας φωλιάζει»). Στην μέση του ποιήματος, βρίσκουμε την φράση «της άνοιξης τριαντάφυλλα ανθούν στα μαγουλά σου» και στο τέλος μας μιλάει και μας αναφέρει για το γλυκό της κοίταγμα που είναι ‘κλέφτης’ όλων των καρδιών (« το κοίταγμα σου το γλυκό είν’ των καρδιών ο κλέφτης»).
 Το επόμενο κείμενο που αναφέρεται ο έρωτας, είναι ένα απόσπασμα από το διήγημα του Κ. Θεοτόκη «η τιμή και το χρήμα», στο οποίο υμνείται η αγάπη και η αφοσίωση τις οποίες κατέχει ο σοσιαλιστής Θεοτόκης. Στη
μέση του κειμένου βρίσκουμε την φράση «μα έχει κάτι μάτια η άλλη» και παρακάτω τις φράσεις «μες στην καρδιά μου μπήζεται το βλέμμα τση», «ω να ‘μουνα ελεύτερος». Στην συνέχεια μας αναφέρει την φράση «γιατί έχει ξανθά μαλλιά και κάτι μάτια! Και κοιτάζει τόσο αθώα, τόσο γλυκά». Τέλος, μας παρουσιάζει την θλίψη ενός άντρα (του Αντρέα) που στεναχωρημένος κοίταζε δύο ανθρώπους που αγαπιόντουσαν και που υπέφεραν εξαιτίας του και μου τώρα δεν μιλούν, ενώ έχουν κοινά συναισθήματα αγάπης («εκοίταζε τα δύο πλάσματα, που αγαπιόντουσαν, που υποφέρουν εξαιτίας του και που τώρα δεν εμιλούσαν»).
  Ξαναγυρνάμε σε ένα ακόμα ποίημα της Πολυδούρη, «κοντά σου», στο οποίο κυριαρχεί το ερωτικό στοιχείο και οι ερωτικές εκφράσεις. «Κοντά σου δεν έχουν άγρια οι ανέμοι», « κοντά σου είναι η γαλήνη και το φώς», «κοντά σου η σιγαλιά σα γέλιο μοιάζει». Η ποιήτρια χρησιμοποιεί αυτήν την επανάληψη (Κοντά σου) για να δείξει πόσο σημαντικό είναι να βρίσκεται κοντά του. Επίσης, συμπληρώνει με την φράση «κοντά σου όλα γλυκά κι όλα σαν χνούδι, σα χάδι, σα δροσούλα, σαν πνοή» θέλοντας να δείξει πόσο σημαντική και δυνατή είναι η αγάπη του γι αυτήν.
Ένα ακόμα κείμενο που αναφέρεται στον έρωτα, είναι αυτό του Γρηγόρη Ξενόπουλου, ‘Στέλλα Βιολάντη’. Στο απόσπασμα αυτό, η Στέλλα παρουσιάζεται ως μία επαναστάτρια, που αντιδρά στις διαταγές του πατέρα της και πιστεύει ότι είναι αρκετά ώριμη να ορίζει τον εαυτό της. Είναι ερωτευμένη (με τον Χρηστάκη) και επαναστατεί με κάθε τρόπο ώστε να αποδεχτούν ότι με αυτόν που αγαπάει θα είναι η ίδια ευτυχισμένη και με κανέναν άλλον.  Μας ‘εξομολογείται’ πως του έγραψε «είμαι δικιά σου και θα είμαι για πάντα», ξέσπασε λέγοντας «εγώ θα είμαι ευτυχισμένη, εμένα μ αρέσει», «εγώ άλλον δεν παίρνω» και κορύφωσε την επανάστασή της λέγοντας «ή τον Χρηστάκη ή κανέναν» θέλοντας να δείξει τι σήμαινε ο Χρηστάκης για αυτήν. Κλείνοντας η Στέλλα, κάνει ένα μικρό απολογισμό και λέει: «Ναι, τον αγαπώ. Αν δεν τον αγαπούσα, δεν θα του έδινα ακρόαση, αν δεν τον αγαπούσα, δεν θα μ έγνοιαζε για το γράμμα –ούτε η πρώτη ούτε η ύστερη- δεν θα επίμενα ολωσδιόλου και θα έπαιρνα όποιον ήθελε ο πατέρας μου».  «Μα τον αγαπώ, και θα κάμω ότι μπορέσω για να τον πάρω».
  Το τελευταίο απόσπασμα, που αναφέρεται στον έρωτα, ανήκει στο διήγημα ‘έρωτος αποτελέσματα’ και μας δίνει κάποιες φράσεις σχετικά με τον έρωτα. Κύριο πρόσωπο του αποσπάσματος αυτού, είναι η Ελενίτσα, η οποία «άρχισε να αισθάνεται ένα έρωτα υπερβολικό» αντικρίζοντας αυτόν που αγαπούσε. Συνοψίζοντας, όλα αυτά τα κείμενα, μιλούν για έρωτες σε διαφορετικές καταστάσεις, εποχές, τρόπο αντίληψης και νοοτροπίας. Ο έρωτας υπερίσχυε σε όλα τα κείμενα και δίνεται μεγάλη έμφαση σε αυτόν. 

                                                                       Παναγιώτα Αρώνη.



Σε όλες τις εποχές ο έρωτας υπήρξε καταλυτικός ανάμεσα στα δυο φύλα:
1. Πώς φαίνεται αυτό στον Ερωτόκριτο;
2.Ποιά τα αποτελέσματα του έρωτα και σε τι διαφοροποιείται απο την αγάπη;
3.Οδηγεί πάντα στον γάμο;  

Στο κείμενο του Ερωτόκριτου  διαδραματίζεται η διαδικασία του πατέρα της Αρετούσας να διαλύσει τον έρωτα αναμεσα σε αυτην και στον ερωτοκριτο.
Αυτό το συμπεραίνουμε από την προσπάθεια που καταλαμβάνει θέλοντας να σκοτώσει τον Ερωτόκριτο στέλνοντας μισθοφόρους.

 Έχοντας για βοηθό έναν φίλο του κατάφερε να ξεφύγει από τους δολοφόνους.Αφού είχε τελειώσει όλο το σκηνικό  ο Ερωτόκριτος ταξίδεψε  στην χαλκίδα.Μετά απο ένα χρονικό διάστημα αφού είχε αρρωστήσει ο πατέρας του ο Ερωτόκριτου επέστρεψε στην αθήνα και κατάλαβε οτι η Αρετούσα είχε πάρει την ζωγραφιά με τους στίχους του.Έτσι ξεκίνησαν να συναντιούνται κρυφά μέχρι τη στιγμή που ο Ερωτόκριτος ζήτησε το χέρι της απο τον πατέρα της.
Ο βασιλιάς εξοργίστηκε μ’ αυτό και τον εξόρισε.
Κατά την διάρκεια της πολιορκίας των Βλάχων στην Αθήνα κινδύνευσε η ζωή του βασιλιά και με τη βοήθεα του μεταμφιεσμένου Ερωτόκριτου σώθηκε και γ'αυτο του πρόσφερε το χερι της κορης του.Στην αρχή η Αρετούσα αρνήθηκε αλλά μόλις ο Ερωτόκριτος αποκάλυψε την ταυτότητα του άλλαξε γνώμη και παντρεύτηκαν.
 Συμπεραίνοντας λοιπόν τα αποτελέσματα αυτού του έρωτα ήταν και από τις δυο πλευρές θετικά.Η διαφορά ανάμεσα στον έρωτα αυτόν και την αγάπη είναι ότι δεν θα ήταν τόσο δυνατή η θέληση αν δεν είχαν ερωτευτεί.Έτσι ο έρωτας καταλαβαίνουμε ότι οτιδήποτε και να γινόταν θα οδηγούνταν στον γάμο.


                                                                               Φώτης Βεντούρης.


Πώς παρουσιάζεται η γυναικεία μορφή στον Ερωτόκριτο;


Η Αρετούσα φυλακίζεται και δέχεται την οργή και την απόρριψη του πατέρα της.
 Όμως ξεφεύγει απ’τον παραδοσιακό ρόλο της γυναίκας, δεν υπομένει απλώς την φυλακή (τότε η μοίρα της γυναίκας ήταν να υπομένει) , αλλά την επιλέγει η ίδια, αρνούμενη, δεκατεσσάρων χρονών παιδί, ένα γάμο πολιτικής σκοπιμότητας.
 Φανερώνει έτσι το δυναμισμό, το πείσμα, την πίστη της, τις πεποιθήσεις της, που προτιμά να υπομείνει σκληρά βασανιστήρια παρά να υποκύψει και να γίνει πάλι το «καλό παιδί». Κι όμως βροντοφωνάζει «κάλλιο θανάτους εκατό...».

 Η Αρετούσα θα επέλεγε τον θάνατο προκειμένου να υπερασπίστει το δικαίωμα κάθε ανθρώπου να διαλέγει τον εκλεκτό της καρδιάς του, πέρα απο συμφέροντα, κοινωνικές διαφορές και επιλογές γονέων.


Με ποιό τρόπο βιώνει το ερωτικό συναίσθημα η Πολυδούρη;

 Το ερωτικό συναίσθημα της Πολυδούρη είναι διαποτισμένο απο μια γυναικεία ευαισθησία. Η δημιουργική δύναμη που ωθεί την ποιήτρια είναι ο έρωτας που αισθάνεται για τον αγαπημένο της, ένας έρωτας με ρομαντισμό, τρυφερότητα, λατρεία, έντονα και δυνατά συναισθήματα.
 Η Πολυδούρη που εντάσεται στην γενιά των νεορομαντικών, απογοητευμένη από την αβεβαιότητα που χαρακτήριζε την εποχή της, αποζητά τη δικαίωση της ζωής της στον έρωτα, επιλέγοντας την χαμηλόφωνη, προσωπική ποίηση για να εκφράσει τις εσωτερικές της συναισθηματικές διακυμάνσεις.
 Η ποιήτρια εκφράζει με ιδιαίτερη παραστατικότητα την ασφάλεια, την ψυχική γαλήνη που αισθάνεται όταν βρίσκεται κοντά στον αγαπημένο της, την πνευματική και συναισθηματική επικοινωνία που υπάρχει ανάμεσά τους. Οι δύο νέοι ακόμη και όταν δεν μιλούν βιώνουν την τρυφερότητα του ερωτικού συναισθήματος καθώς βλέπουν ο ένας στα μάτια του άλλου όλη την αλήθεια των αισθημάτων τους.
 Η γλυκόπικρη αίσθηση του έρωτα, που ποτέ δε μπορεί να υπάρξει χωρίς πόνο και καημούς μετατρέπεται σε μια γλυκιά αίσθηση όταν εκείνος βρίσκεται κοντά της.



                                                                              Ασπασία Αραβανή.
Θεωρείστε ότι είστε ο Ερωτόκριτος και η Αρετόυσα. Να γράψετε σε μια σελίδα ημερολογίου τις σκέψεις γι’αυτόν που αγαπάτε.


Αρετόυσα.

Σήμερα το πρωί πάλι ήρθε κάτω στο κέλι η κουβερνάντα μου. Ήρθε, μου είπε, καινούριος υποψήφιος γαμπρός για μένανες στο παλάτι.
«Δε τον θέλω. Δε τον θέλω σου λέω! Εγώ μόνο εκείνον θα παντρευτώ! Μόνο εκείνον θέλω σιμά μου, δε το καταλαβαίνεις;!»
Μου’πε να σωπάσω, μου’πε να το σκεφτώ, όμως εγώ δεν σκέφτομαι τίποτα παρά μόνον εκείνον. Εκείνον ποθεί η ψυχή μου και αν δε μπορεί να έχει εκείνον δε θέλω κανέναν. Κανέναν πέρα απο ‘κείνον που απ’την αρχή αγάπησα.
Ξέρω ότι θα έρθει! Ξέρω ότι παρά τις δυσκολίες και τα εμπόδια θα προσπαθήσει για μένα. Εγώ δυστηχώς περιορίστηκα σε 3 τοίχους και μια σιδεριά, όμως ακόμα παλεύω, ακόμα αντιστέκομαι στο θέλημα των άλλων.
 Τά βράδια κλαίω πάντα βουβά στο στρώμα, αυτό το ενοχλητικό, το άβολο, τρύπιο στρώμα που οι σουμιέδες του τρίζουν κάθε φορά που αναπνέεις βαριά και κινήσε. Δε με ενοχλεί ούτε το κελί, ούτε τα υπολειπόμενα λούσα της εκάστοτε ζωής μου. Η κατανόηση μου λείπει, ένα συμπονετικό χέρι στον ώμο για καθησύχαση από τους δικούς μου γονείς (!) και όχι από την καλή μου κουβερνάντα.


Ερωτόκριτος.

Εξόριστος στα ξένα από εντολή του βασιλία και ο λόγος καταντάει κωμικός. Από πότε το να ζητώ να παντρευτώ με καθορίζει θρασύ και αναιδή απέναντι στο πρόσωπο του βασιλιά και της πριγκίπισσας; Μπορεί να’μαι φτωχός στα πλούτη, όμως πλούσιος στη καρδία και στα έντονα συναισθήματα μου για την Αρετούσα.
Ακόμα εξόριστος στα ξένα μέχρι που τα κακά νέα στ’αυτί μου εφτάσαν και σκέφτηκα πως για τη δικιά μου περίπτωση θαρρείς ήταν ευτύχημα. Λες να αξίζει ο αγώνας που θα δώσω; Ή μήπως σ’άλλον δώσαν με το ζόρι την Αρετούσα; Μα όχι! Εκείνη μ’αγαπάει και ξέρω πως όσο περνά από το χέρι της –η αγάπη μου- δε θα με προδώσει.
 Αξίζει το ρίσκο!
 Αξίζει γι’ ανθρώπους π’αγαπάς να θυσιάζεις. Το χρόνο σου, τη διαθεσή σου, τα πάντα, ότι μπορείς και δε μπορείς να το προσφέρεις απλόχερα.
Όχι το περρίσευμα σου...το κόσμο σου ολάκερο!
Να τους προσέχεις, να τους φροντίζεις, να τους γελάς και να τους κάνεις να σου γελούν και σ’ένα, να τους νοιάζεσαι και να τους διασκεδάζεις, να τους προσφέρεις μια αγκαλιά σου όταν την χρειάζονται και να είσαι η ασφάλειά τους όταν νιώθουν ανασφαλής.
 Γι’αυτό κ’έγω, παίρνω το ρίσκο, θα πάω να παλέψω στο πλάι του βασιλιά Ηράκλη κι ίσως μετά μου δώσει αυτή που τόσο ποθώ στα χέρια μου να κρατήσω.


                                                                          Χριστίνα Καγκελάρη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου