Παρασκευή 19 Απριλίου 2013

ΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ - ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ (1)

Μοντερνισμός-Υπερρεαλισμός



1. Ποτέ έκανε την εμφάνιση του το κίνημα του μοντερνισμού; Θεωρείτε ότι υπήρξε αποτέλεσμα διεργασιών; Ποιοι Έλληνες συγγραφείς προετοίμασαν τον δρόμο προς τον μοντερνισμό;
    

   Μοντερνισμός εμφανίστηκε στην Ευρώπη στις αρχές του 20ου αιώνα και διήρκησε έως τα μέσα του ίδιου αιώνα. Στην Ελλάδα συσχετίζεται, όχι όμως απόλυτα, με την εμφάνιση της γενιάς του ’30, η οποία διαμορφώθηκε στις ιδιαίτερες συνθήκες που προήλθαν από την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922, καθώς και από τις κοινωνικοπολιτικές και ιδεολογικές αναταράξεις των δικτατοριών του μεσοπολέμου. Η παρουσία του Μοντερνισμού στην Ελλάδα είναι αισθητή στη λογοτεχνία και μετά το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, την κατοχή και τον εμφύλιο.  Η μέθοδος του Μοντερνισμού συντίθεται από την υπέρβαση του ρεαλισμού, την παρουσίαση της ταυτότητας του υποκειμένου, τη χρήση του μύθου, τη μουσικότητα, την ενασχόληση με το χρόνο και την αισθητική συνείδηση . Θέματα του Μοντερνισμού αποτελούν η μοναξιά, η αποξένωση, τα ψυχικά αδιέξοδα, η συναισθηματική, ψυχική και πνευματική αναπηρία του σύγχρονου ανθρώπου, καθώς και τα φαινόμενα νάρκωσης και στείρωσης . Ο ελεύθερος στίχος, ο κατακερματισμός των εικόνων, το καθημερινό γλωσσικό ιδίωμα, η δραματικότητα, η αποσπασματικότητα, τα παραθέματα, οι παραπομπές, η πολυγλωσσία, η ειρωνεία και ο δυσνόητος χαρακτήρας του ποιήματος αποτελούν χαρακτηριστικά της μοντερνιστικής ποίησης. Ο Μοντερνισμός ήταν μία αντίδραση στις συντηρητικές αξίες του Ρεαλισμού. Αδιαμφισβήτητα το πιο παραδειγματικό κίνητρο του Μοντερνισμού ήταν η απόρριψη της παράδοσης και η παρωδία της,  παρ' όλα αυτά και η χρήση της υπό νέες οπτικές γωνίες και ερμηνεύσεις. Ο Μοντερνισμός απέρριπτε την "σιγουριά" της Αναγέννησης καθώς και την έννοια ενός συμπονετικού, παντοδύναμου Θεού και επικροτούσε τα αφηρημένα, αντισυμβατικά νέα ήθη, που κατέφθασαν με την αλλαγή του αιώνα μέσω της συνεχώς εξελισσόμενης τεχνολογίας και των επιπτώσεων που είχε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος στον ψυχισμό των καλλιτεχνών. Βασίστηκε και σε προηγούμενα επαναστατικά κινήματα, μεταξύ των οποίων ο φιλελευθερισμός και ο κομμουνισμός. Όσον αφορά την ποίηση ο μοντερνισμός εξεγέρθηκε ενάντια στο κάθε τι παραδοσιακό και εναντιώθηκε στον ορθό λόγο του Διαφωτισμού, καταργώντας καθιερωμένες αξίες και συμβάσεις.                                                  Ποιητές που πρωταγωνίστησαν αργότερα στην «γενιά του ’30» με ποιήματα σε ελεύθερο στίχο ξεκίνησαν με παραδοσιακό, όπως ο Γιώργος Σεφέρης στις δύο πρώτες συλλογές του, Στροφή (1931) και Στέρνα (1932) και ο Γιάννης Ρίτσος στην συλλογή Τρακτέρ (1934) και τον Επιτάφιο (1936).Ο πιο σημαντικός σταθμός στην ποίηση της «γενιάς του ’30» είναι το έτος 1935. Εκείνη την χρονιά, που κατά σύμπτωση δημοσιεύεται και η τελευταία συλλογή του Παλαμά, ιδρύεται το περιοδικό Νέα Γράμματα, με το οποίο συνεργάζονται οι κυριότεροι εκπρόσωποι της γενιάς, εκδίδεται το Μυθιστόρημα του Σεφέρη, δημοσιεύονται τα πρώτα ποιήματα του Ελύτη και εισάγεται στην Ελλάδα ο υπερρεαλισμός με την Υψικάμινο του Εμπειρίκου. Μέσα στην ίδια δεκαετία δημοσίευσαν τα πρώτα ποιήματα σε ελεύθερο στίχο ο Ρίτσος και ο Βρεττάκος και πρωτοεμφανίστηκε και ο δεύτερος σημαντικός εκπρόσωπος του υπερρεαλισμού, ο Νίκος Εγγονόπουλος.

2.Τι διαφορετικό πρέσβευε o υπερρεαλισμός σε σχέση με το παρελθόν Να καταγράψετε τα χαρακτηριστικά του σε έναν πίνακα αφού συμβουλευτείτε το λεξικό λογοτεχνικών όρων.
                Για τους υπερρεαλιστές η ποίηση δεν είναι πια η έκφραση ιδεών ή συναισθημάτων, αλλά η δημιουργία μιας σειράς εικόνων που αναδύονται ορμητικά και ελεύθερα από το υποσυνείδητο για να καταργήσουν κάθε παγιωμένη και συμβατική πραγματικότητα. Ως το πιο αποτελεσματικό μέσο για την αναπαράσταση της εικόνας θεωρήθηκε η μεταφορά, που όμως τώρα δεν στηρίζεται στην αναλογία, αλλά στην απόκλιση και στην αντίφαση. «Οι λέξεις χρησιμεύουν ως κίνητρα ή ερεθίσματα στις αισθήσεις και παράγουν τις δικές τους εικόνες. Η γλώσσα προικίζεται με μια παραισθησιογόνα ποιότητα… Ο Μπρετόν συγκρίνει τον αυθορμητισμό με τον οποίο προσφέρονται αυτές οι εικόνες και την ιδιοσυγκρασία τους με την ιλιγγιώδη κατάσταση του μυαλού όταν είναι έρμαιο των ονειρικών ψευδαισθήσεων. Σ’ αυτήν την κατάσταση της υποσυνείδητης διέγερσης ο ποιητής γρηγορεί μπροστά στις αισθήσεις που οι λέξεις μπορούν να παράγουν με τον ίδιο τρόπο που ο ζωγράφος έλκεται από τα αντικείμενα που σημαίνουν διαφορετικά πράγματα σε κάθε καλλιτέχνη και μιλούν διαφορετική γλώσσα σε κάθε θεατή. Ο σουρεαλιστής ποιητής στη χρήση της γλώσσας προσέγγιζε την τεχνική του ζωγράφου. Έτσι ένας στενότερος δεσμός καθιερώθηκε ανάμεσα στην ποίηση και την τέχνη όσο ποτέ άλλοτε, και ένα μεγαλύτερο χάσμα ανάμεσα στην ποίηση και τις λογοτεχνικές φόρμες που συνέχιζαν να έχουν ως σκοπό τους την έκφραση των ιδεών.

Εξωτερικά – μορφικά χαρακτηριστικά
Εσωτερικά χαρακτηριστικά
Εγκαταλείπει της ομοιόμορφες (ως προς τον αριθμό των στίχων κτλ.) στροφές, η ομοιοκαταληξία, που γινόταν σύμφωνα με ορισμένους κανόνες, και το μέτρο
Απουσία θέματος ,λογικού ειρμού και έλεγχου
Απουσία στίξης
Υπάρχει εσωτερικός ρυθμός.
Απρόσμενοι συνδυασμοί λέξεων και εντυπωσιακών εικόνων
Το ποίημα λειτουργεί με τους μηχανισμούς των προεκτάσεων και των συνειρμών
Αυτόματη γραφή
Επιστρατεύεται  περισσότερο στην δημιουργική φαντασία και λιγότερο τη λογική

Ο ερωτισμός ,το χιούμορ ,η φύση



3.Να αναφερθείτε στο συνειρμικό τρόπο οργάνωσης του ¨Επί ασπαλάθων¨
            Η αναφορά στην ημέρα του Ευαγγελισμού λειτουργεί μέσα στο ποίημα, όχι μόνο ως χρονικός προσδιορισμός, αλλά και ως έμμεση υπενθύμιση της ιδιαίτερης σημασίας που έχει η συγκεκριμένη ημέρα για τους Έλληνες. Ημέρα εορτασμού της ελληνικής επανάστασης και παράλληλα σημαντική και ελπιδοφόρα ημέρα για το χριστιανισμό. Οι συσχετισμοί που δημιουργούνται στο μυαλό του αναγνώστη -επαναστατική διάθεση και προσμονή χαρμόσυνης είδησης- υπηρετούν άριστα το μήνυμα που επιχειρεί να μεταδώσει ο ποιητής.
                Ο τρόπος, άλλωστε, με τον οποίο συντάσσει το δεύτερο στίχο «πάλι με την άνοιξη» παρόλο που σ’ ένα πρώτο επίπεδο συμπληρώνει και αιτιολογεί την αναφορά του πρώτου στίχου «Ήταν ωραίο το Σούνιο», σε δεύτερη ανάγνωση μας φέρνει στο νου τη λαϊκή ρήση «πάλι με χρόνια, με καιρούς...» και λειτουργεί ως μήνυμα αισιοδοξίας, ενώ παράλληλα η αναφορά στην άνοιξη μας παραπέμπει στην αναγέννηση, στο ξύπνημα της φύσης και στην ελπίδα αλλαγής. Η περιγραφή της φύσης του Σουνίου εμπεριέχει και τη σημαντική αναφορά στους ασπάλαθους που αποτελούν το ερέθισμα για τη μνήμη του ποιητή. Πάνω στα μεγάλα βελόνια των ασπάλαθων καταξέσκισαν τον τύραννο Αρδιαίο, πάνω σ’ αυτά θα μπορούσαν να σύρουν και τους σημερινούς τύραννους, είναι η σκέψη που κάνει ο ποιητής. 
                Οι κολόνες του ναού του Ποσειδώνα θυμίζουν στον ποιητή τις χορδές μιας άρπας που αντηχεί ακόμη, φέρνοντας μνήμες από εποχές μεγαλείου και αγωνιστικής διάθεσης. Οι κολόνες που έχουν απομείνει σήμερα μπορεί να μην αποκαλύπτουν πλήρως την αλλοτινή ομορφιά του ναού, μας θυμίζουν όμως πάντοτε τις ένδοξες στιγμές που γνώρισε ο λαός μας, αλλά και τους σημαντικούς αγώνες που αναγκάστηκε να πραγματοποιήσει κατά καιρούς.
                Ο μονολεκτικός στίχος που εισάγει τη δεύτερη στροφή του ποιήματος έχει ιδιαίτερη αξία, καθώς δημιουργεί μια έντονη αντίθεση σε σχέση τόσο με τη συναισθηματική κατάσταση του ποιητή όσο και με τη γενικότερη κατάσταση που κυριαρχεί στη χώρα. Ο Σεφέρης είναι οργισμένος -στοιχείο που σπάνια εκφράζεται με τόση ένταση στην ποίησή του- και στους επόμενους στίχους θα καταγράψει τις εικόνες της φρικιαστικής τιμωρίας που αντλεί από τον Πλάτωνα και τις θεωρεί απολύτως αρμόζουσες και για τους δικτάτορες της εποχής του.
                Η γαλήνη, η ηρεμία που κυριαρχεί στο Σούνιο, επιτρέπει στη σκέψη του ποιητή να περιπλανηθεί στο παρελθόν και να ανασύρει τη μνήμη του πλατωνικού χωρίου. Η γαλήνη αυτή, βέβαια, μας παραπέμπει στην ησυχία που επικρατεί λίγο προτού ξεσπάσει η μπόρα, καθώς αμέσως μετά πρόκειται να δοθεί με ιδιαίτερη παραστατικότητα η οργή που αισθάνεται ο ποιητής. Η αίσθηση της γαλήνη, επομένως, λειτουργεί ως το μέσο για τη μετάβαση από το σήμερα στο παρελθόν, από την ομορφιά και ηρεμία του τοπίου στην σκληρότητα της τιμωρίας που επιβλήθηκε στον Αρδιαίο.
                Η αναφορά στους ασπάλαθους δημιουργεί στη σκέψη του ποιητή τον συνειρμό πάνω στον οποίο δομείται όλο το ποίημα. Το γεγονός ότι η ονομασία του θάμνου αυτού δεν άλλαξε από την αρχαιότητα έως σήμερα, επιτρέπει στον ποιητή να θυμηθεί ένα χωρίο από την Πολιτεία του Πλάτωνα, το οποίο ξαφνικά φαντάξει εξαιρετικά επίκαιρο.
                Η τιμωρία που επιβλήθηκε στον τύραννο Αρδιαίο, μοιάζει να είναι ιδανική και για τους ανθρώπους που τόλμησαν να στερήσουν την ελευθερία των Ελλήνων και με σκληρότητα και διώξεις τους εμποδίζουν από κάθε αντίδραση. Η εικόνα του τυράννου που γδέρνεται ζωντανός και κατόπιν ξεσκίζεται πάνω στα αγκάθια των ασπάλαθων, είναι εξαιρετικά βίαιη και αποκαλύπτει την ένταση της οργής που αισθάνεται ο ποιητής.
                Η δίστιχη στροφή που κλείνει το ποίημα έρχεται ως προειδοποίηση ή ως υπενθύμιση προς τους δικτάτορες, πως έτσι πλήρωσε τα κρίματά του ο Αρδιαίος, έτσι όπως θα πρέπει να τα πληρώσετε κι εσείς. Το επιλογικό αυτό μήνυμα του ποιήματος εκφράζει την ελπίδα του ποιητή πως η δικαιοσύνη θα κυριαρχήσει και οι πανάθλιοι και μυσαροί Τύραννοι θα τιμωρηθούν, όπως τιμωρήθηκε και ο Αρδιαίος.



4.Να επισημάνετε στα ποιήματα του Εμπειρίκου και Εγγονόπουλου τα στοιχεία που τούς καθιστούν βασικούς εκπροσώπους του υπερρεαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα

   Στα « Τρία Αποσπάσματα », οι προτάσεις του Εμπειρίκου είναι σύντομες και περιεκτικές, ενώ η υπερρεαλιστική διάθεση του ποιητή αναδεικνύεται σε όλο το ποίημα. Με αυτό τον τρόπο πετυχαίνει να κρατά σε υψηλά επίπεδα την περιέργεια του αναγνώστη και έτσι να τον εισαγάγει στο τοπίο που προσπαθεί να περιγράψει, δημιουργώντας συνθήκες που του επιτρέπουν να προσεγγίσει με το δικό του τρόπο και σύμφωνα με τις δικές του εμπειρίες το ποίημα.   Ο συγγραφέας εισάγει πολλά στοιχεία της καθημερινότητάς μας στο έργο του, με το δικό του, μοναδικό τρόπο .Με αυτό τον τρόπο μας κάνει να τα βλέπουμε πιο οικεία και να τα αντιμετωπίζουμε ως κάτι πιο γνώριμο και όμορφο, πετυχαίνοντας παράλληλα την πλήρη κατανόηση των περιγραφών του από το κοινό.  Στο πλαίσιο της μοντέρνας ποίησης και του υπερρεαλισμού, ο ποιητής σπάει τα καθιερωμένα, ομοιοκαταληξία, λογική αλληλουχία κλπ. Γι’ αυτό ο συνδυασμός των λέξεων δε γίνεται σε λογική βάση. Οι φράσεις- εικόνες «Λίγα κοσμήματα στη χλόη, Λίγα διαμάντια στο σκοτάδι» φέρνουν στο μυαλό μας συνειρμικά την δροσιά που υπάρχει την αυγή στα φύλλα. «Η πεταλούδα που νύκτωρ εγεννήθη μάς αναγγέλλει την αυγή, σφαδάνουσα στο ράμφος της πρωίας». : παράλογη υπερρεαλιστική εικόνα, όπου η αυγή παρομοιάζεται με ραμφώδες πτηνό. Ακόμη θα πρέπει να επισημανθεί η σχέση της πεταλούδας με την ψυχή αλλά και την πρόσκαιρη ζωή , το πρόωρο τέλος , σύμφωνα με την ψυχαναλυτική(μην ξεχνάμε ότι ο ποιητής ήταν ψυχαναλυτής) και λαϊκή αντίληψη.                            Απόσπασμα2ο (Ο ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ) :Το κείμενο προέρχεται από την ενότητα "Ο πλόκαμος της Αλταμίρας". Είναι γραμμένο σε πεζό λόγο αλλά έχει ποιητικά στοιχεία. Περιέχει έναν υπερρεαλιστικό ορισμό της ποίησης σε απάντηση στον συμβολιστικό του Paul Valery: " Η ποίηση είναι ανάπτυξη ενός επιφωνήματος" (επιφώνημα= συναίσθημα).     Η ποίηση καταγράφει λαμπρές εικόνες από τον χώρο του υποσυνείδητου αλλά και την ίδια την πραγματικότητα, με αποτέλεσμα να βοηθούν τον αναγνώστη να ωριμάσει ("Μέσα της όλοι μεγαλώνουμε."). Ο Εγγονόπουλος είναι από τους πρώτους Έλληνες δημιουργούς που ακολούθησε τόσο στη ζωγραφική όσο και στην ποίηση τον υπερρεαλισμό. Γνωρίσματα της υπερρεαλιστικής γραφής του είναι: αυτόματη γραφή, συνειρμικός λόγος, απουσία στίξης, άνισοι στίχοι (ακόμα και μονολεκτικοί).Στοιχεία υπερρεαλισμού στο συγκεκριμένο ποίημα:  Το ποίημα «Ποίηση 1948» έχει τη μικρότερη σχέση με τον υπερρεαλισμό, καθώς υπάρχει λογική διαδοχή στην ποιητική αφήγηση και την περιγραφή των εικόνων. 


Τα υπερρεαλιστικά χαρακτηριστικά του εντοπίζονται στη μορφή:

- «Τεμαχισμένος», «κατακερματισμένος» λόγος, λέξεις-θραύσματα. Όπως σημειώνει ο Κ. Μπαλάσκας «μοιάζει σα να σπαράχτηκε και αυτός από το μακελειό».  -  Απουσία σημείων στίξης (εκτός από μια παρένθεση)-Ελλειπτικός λόγος-  Αφαιρετικός λόγος, πύκνωση νοημάτων. - Συνυποδήλωση νοημάτων, ιστορικών γεγονότων και συναισθημάτων (στ. 2). - Συνειρμική δίπλωση νοημάτων, αυτόματη γραφή (στίχος 17). Και τα τρία αυτά στοιχεία εξυπηρετούν το χαμηλόφωνο ύφος και τον εξομολογητικό τόνο του κειμένου - Απουσία μέτρου, ομοιοκαταληξίας, στίξης και γενικά η ελευθερία στίχου.  - Ο θρυμματισμός του στίχου που εξυπηρετεί την αναλογία ατμόσφαιρας ποιήματος και εποχής αλλά και ποιήματος- ψυχισμού του ποιητή.   - Η έντονη και μακάβρια εικόνα που δημιουργείται με την παρομοίωση στους στίχους 9-13. - Η χρήση της ποίησης ως μέσου σύζευξης του παρόντος με το παρελθόν, των ιστορικών γεγονότων και των συναισθημάτων, γενικών και ατομικών.





5.Ποιες υπερρεαλιστικές εικόνες διακρίνεται στην ¨Ρωμιοσύνη¨ του Ρίτσου στο ¨Η Μαρίνα των βράχων¨ του Ελύτη και στην ¨Η αποκριά¨ του Σαχτούρη που μας οδηγούν στην απόδραση από την πραγματικότητα, χρησιμοποιώντας το ασυνείδητο.
                Για να εκφράσει τις ιδέες του, ο ποιητής πλάθει μια σειρά από εικόνες και μεταφορικές εκφράσεις, χρησιμοποιώντας διάφορα σύμβολα: τα δέντρα, τις πέτρες, τα πρόσωπα, τις καρδιές, το τοπίο, τις ελιές, τα αμπέλια, το νερό, το φως κτλ.. Με αυτά προβαίνει σε τολμηρές συνδέσεις λέξεων και συνθέτει εικόνες που αντιβαίνουν στην κοινή λογική του ανθρώπου και οι οποίες πολλές φορές αιφνιδιάζουν τον αναγνώστη με το παράλογο και το απροσδόκητο που δημιουργούν και θέτουν σε κίνηση τη φαντασία του υποβάλλοντάς του τις συναισθηματικές καταστάσεις και τα νοήματα που υποδηλώνουν. Το ποίημα λοιπόν αυτό, δίνει την δυνατότητα στον αναγνώστη να φανταστεί, να περιπλανηθεί στον κόσμο του Ρίτσου και να βιώσει τις δύσκολες στιγμές που πέρασε η Ελλάδα όταν αγωνιζόταν για την επιβίωση της από τους κατακτητες.                                                                                                   
 Οι εικόνες που απηχούν τον υπερρεαλιστικό τρόπο γραφής είναι αυτές που χαρακτηρίζονται για την τόλμη με την οποία αποδίδονται τα μεταφορικά νοήματα. Οι λέξεις συνδέονται με τέτοιο τρόπο που προκαλούν έκπληξη στον αναγνώστη:      α) Ετούτο το τοπίο είναι σκληρό… σφίγγει τα δόντια,    β) Μαρμάρωναν τα δέντρα... στον ασβέστη  του ήλιου,  γ) Η ρίζα σκοντάφτει στο μάρμαρο,    δ) Όλοι μασάνε μια μπουκιά ουρανό πάνου απ’ την πίκρα τους,     ε) Όταν χαμογελάνε, ένα μικρό χελιδόνι φεύγει μέσ’ απ’ τ’ άγρια γένια τους,     στ) Όταν κοιμούνται, δώδεκα…τσέπες τους, ζ) Από τις τρύπες…. ο θάνατος, η) Γεμίζουν τώρα τα κανόνια τους μόνο με την καρδιά τους, θ) Και κάθε αυγή χιλιάδες… του ορίζοντα.
                Μια από της επαναλαμβανόμενες φράσης του ποιήματος είναι «τα χείλη με γεύση τρικυμίας»: η έκφραση συμπλέκει την εικόνα της φύσης σε μια στιγμή της αγριότητάς της και την εικόνα της απροσδιόριστης μορφής με την εξωτερίκευση των συναισθημάτων της σε μια στιγμή της τρικυμισμένης ψυχής της, που τη γεύεται ο ποιητής. Υπερρεαλιστική συμπλοκή εικόνων: επιτρέπει την υποβολή μιας μορφής που δοκιμάζεται από έντονα συναισθήματα – αυτά εξωτερικεύονται με τη στυφή γεύση των χειλιών της. 4ος στίχος: «γύμνωσε την επιθυμία σου ως το κόκκαλο» Η έννοια της επέλασης του ανέμου που υποβάλλει η εικόνα των γυμνωθέντων από το φύσημα λόφων – εικόνα νησιώτικου τοπίου που το δέρνουν οι άνεμοι του Αιγαίου μετατίθεται στο φουρτούνιασμα της επιθυμίας που δε μπορεί η γυναίκα να συγκρατήσει, που είναι διαφανής ως τα βάθη της ύπαρξής της, «ως το κόκκαλο»                                                                                                                               Στ.17-20 Αρχίζει με τον πρώτο στίχο της α΄ ενότητας: η υποβαλλόμενη εικόνα είναι συνέχεια και συμπλήρωμα της αρχικής. Συμπληρώνεται όχι με ατομικά χαρακτηριστικά της μορφής αλλά με εξωτερικά τα οποία προσθέτει: Το κόκκινο σαν το αίμα φόρεμά της (στ.18)Καθώς πέφτει πάνω της το χρυσαφί του καλοκαιριάτικου ήλιου (στ.19)Και την πλαισιώνουν με το άρωμα οι υάκινθοι (στ.20)«μα πού γύριζες;» Στ.21-26 Συμπληρώνεται ακριβέστερα η εικόνα της α΄ ενότητας. Επανέρχεται και πάλι το θαλασσινό τοπίο (21-22) της πρώτης. Προστίθενται λεπτομέρειες που υπογραμμίζουν το θαλασσινό τοπίο: κόλποι, βότσαλα, θαλασσόχορτο. Πάντοτε κυρίαρχη παρουσία η ποιητική μορφή της γυναίκας που τη θυμάται ο ποιητής ως παρούσα:«έχεις ...» (στ. 17) ανατρέχοντας πάντα στο παρελθόν: «ήταν ...» (στ.22).Από τα εξωτερικά στοιχεία της εικόνας βυθίζει τώρα το βλέμμα του ο ποιητής στους βυθούς του συναισθηματικού μέρους της ψυχής της κόρης και στους βυθούς της θάλασσας, δίνοντας έτσι στην έννοια των βυθών διπλή σημασία: Βυθοί της θάλασσας .Εσωτερικό του ανθρώπου. Στην εικόνα προστίθενται δύο νέα στοιχεία: στη σφοδρότητα του συναισθήματος που φέρνει «μια γεύση τρικυμίας στα χείλη» προστίθεται η αντίδραση, η εξωτερίκευση με την κίνηση των χεριών και συγχρόνως η ονομασία του συναισθήματος.
                Ο Μίλτος Σαχτούρης ακολουθεί τη νεοϋπερρεαλιστική τάση της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Ο ποιητικός του λόγος, αν και δεν είναι προϊόν αυτόματης γραφής, παραμένει δύσκολος στην κατανόηση, καθώς ο Σαχτούρης δημιουργεί τα ποιήματά του παραθέτοντας εικόνες, πραγματικές ή μη, χωρίς ειρμό.  Η πρώτη εικόνα του ποιήματος με το γαϊδουράκι που γυρίζει μέσα στους έρημους δρόμους είναι ρεαλιστική και αποδίδει το σκηνικό εγκατάλειψης κι ερήμωσης που επικρατούσε σε πόλεις και χωριά της Ελλάδας. Η χώρα μετρούσε ήδη πολλές απώλειες από τα χρόνια της κατοχής, κατάσταση που επιδεινώθηκε με τις συγκρούσεις και τις τυφλές δολοφονίες του εμφυλίου. Δεν ήταν, άλλωστε, λίγες οι φορές που οι κάτοικοι μιας περιοχής την εγκατέλειπαν -προσωρινά έστω- γνωρίζοντας πως επίκειται εχθρική επιδρομή από την αντίπαλη παράταξη.   Ο τέταρτος στίχος «όπου δεν ανέπνεε κανείς» επιτείνει την αίσθηση του θανάτου και με την απολυτότητά του, δημιουργεί ένα μακάβριο σκηνικό, όπου ένα γαϊδουράκι, χωρίς κανείς να το οδηγεί, περπατά σε μια περιοχή, που δε ζει πια κανείς. Η κυριαρχία του θανάτου επιβεβαιώνεται και με την εικόνα που ολοκληρώνει την πρώτη στροφή. Παιδιά πεθαμένα ανεβαίνουν στον ουρανό και κατεβαίνουν μόλις για μια στιγμή για να πάρουν τους αετούς τους, που τους είχαν ξεχάσει.    Η εικόνα των παιδιών που ανεβαίνουν στον ουρανό, αν και δεν αντιστοιχεί προς την πραγματικότητα, παρουσιάζει ωστόσο την κρυφή επιθυμία του ποιητή πως τα αθώα θύματα του εμφυλίου και της κατοχής θα διατηρήσουν την παιδική τους ψυχή και τη διάθεσή τους για παιχνίδι, ακόμη και στο ύστατο ταξίδι τους. Τα πεθαμένα παιδιά και η πλήρης απουσία ζωής στην περιοχή όπου το γαϊδουράκι τριγυρίζει μόνο του, μας παραπέμπουν περισσότερο σε αποτρόπαιες εικόνες όπου οι Γερμανοί κατακτητές είχαν προχωρήσει σε μαζικές εκτελέσεις πληθυσμών, μη εξαιρώντας τα παιδιά και τις γυναίκες.  Η τελευταία στροφή του ποιήματος περιλαμβάνει την πιο σημαντική εικόνα του ποιήματος, η οποία αναδεικνύει με ιδιαίτερα παραστατικό τρόπο το μίσος που έχει τυφλώσει τους ανθρώπους. Μόλις βγαίνει στο νυχτερινό ουρανό το αποκριάτικο φεγγάρι, οι άνθρωποι το δένουν και το πετούν στη θάλασσα μαχαιρωμένο.  Το φεγγάρι, που με την επιβλητική παρουσία του στον ουρανό, αποτελεί μια καίρια υπενθύμιση της μηδαμινότητας των ανθρώπων και συνάμα της κοινής πορείας τους, δεν γίνεται ανεκτό πια. Οι άνθρωποι αδιαφορούν για όσα τους ενώνουν, αδιαφορούν απέναντι στο γεγονός πως επί της ουσίας είναι όλοι ίσοι κι εξίσου ασήμαντοι μπροστά στην απεραντοσύνη του σύμπαντος. Το μίσος που κατακλύζει τις ψυχές τους, τους ωθεί να βλέπουν παντού εχθρούς, γι’ αυτό και αντικρίζοντας το φεγγάρι θεωρούν πως είναι εχθρικό, πως είναι γεμάτο μίσος γι’ αυτούς και φυσικά για τις επονείδιστες πράξεις τους. Ότι μπορούν μεταξύ τους να το αιτιολογούν και να το εκλογικεύουν, δε θα μπορούσαν ποτέ να το υποστηρίξουν απέναντι σ’ έναν αντικειμενικό παρατηρητή, απέναντι σε κάποιον που με φρίκη αντικρίζει τον παραλογισμό του εμφυλίου πολέμου. Έτσι, μαχαιρώνουν το φεγγάρι και το πετούν στη θάλασσα, μη επιτρέποντας την ύπαρξη κανενός κριτή και κανενός παρατηρητή για τις πράξεις τους.


Κριστιάνα Σόλα
 Ραντιέλα Κιτσάι 



ΜΟΝΤΕΡΝΟ ΠΟΙΗΜΑ

Παραίσθηση

«Μην φύγεις»
Γυαλί η φωνή μου που σπα απ’ τη λάμψη σου
Κρατώντας γερά την κλωστή
που ενώνει το ρόδινο ψέμα και εμένα στο χέρι
κρατώ την ανάσα μου
η ανάγκη αλλάζει
και τα αστέρια θολώνουν πάλι το παράθυρο μου

«Μην ξημερώσεις»
Στα μάτια σου βλέπω ωκεανούς και θάλασσες
Μα είναι η ζωή μου η πιο μεγάλη απ όλες
Αλμύρα
Και αλάτι
Πέρασα τη ζωή μου κυνηγώντας φεγγάρια
Κι αβύσσους
Που πάντα στο τέλος άλλαζαν
Χάδι

«Μείνε»
Σε ξέρω καιρό… σε γνωρίζω
Κι όμως φοβόμουν να σε αντικρύσω
Άλλες φορές ήσουν ντυμένη με αγάπη
Και άλλες με χείμαρρους από δάκρυα
Σε θυμάμαι
Καλά
Τώρα πια δεν μιλάμε, δεν χρειάζεται

«Αντίο;»
Ανεμοδαρμένη νεράιδα του πόθου
Τι εφήμερη ευτυχία προσφέρεις, πλανεύτρα
Κλέβεις το φως του πετρωμένου ήλιου
Και βάζεις φωτιά

«Μην χαθείς»
Τη φωνή μου δεν ελέγχω
Φωνάζω και ας ξέρω πως δεν έχω αξία
Γελάς και σέρνεσαι δίπλα μου
Και σπάει από τη βοή η νύχτα
Και ζω σε μια στιγμή όλη μου τη ζωή
Μαζί σου
Και ύστερα χάνεσαι
Και το γλυκόπικρο αντίο
Διαρκεί μια πνοή

 Κατωπόδη Σαπφώ




ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΣΕ ΜΟΝΤΕΡΝΟ

Αποκριά

Αποκριά σαν έφτασε τότε στον κόσμο εκείνο
Και γάιδαρος εγύριζε έρημος σαν τον δήμιο
Ανάσες δεν υπήρχαν
Νεκρά παιδιά εβάδιζαν του ουρανού τον δρόμο
Τους αετούς να πάρουνε που ‘χαν χαθεί στο χρόνο
Αυτούς που τους ανήκαν
Γυάλινο χιόνι έπεφτε, πάγωνε τις ψυχές
Και σα χαρτί αδιάφορο έκοβε τις καρδιές
Κι εκείνες μάτωναν
Μία γυναίκα ολόρθη με γυμνωμένα πόδια
Στα γόνατά της έπεφτε μία στιγμή αιώνια
 
Με μάτια που δε σάλευαν
Μαύροι στρατιώτες έτρεχαν δίπλα της σαν παιδιά
Με παγωμένα βήματα αργά και σταθερά
Έσβηναν μα δεν έτρεμαν
Βγήκε φεγγάρι ολόγιομο, στο βλέμμα του έβλεπες ίσως
Κάπου βαθιά στη θάλασσα της Αποκριάς το μίσος
Που αγάπησαν και πέταξαν

 Γληγόρη Μαρίνα 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου